
δαίω =διαιρώ (δαίνυμι)
Δαίς,-τος, η (δαίω= κόπτω,διανέμω) κυρ. μερίς, όθεν έπειτα εν γένει το κόσμιον δείπνον, γεύμα, εν ώ έκαστος την μερίδα του λαμβάνει, συνδαιτυμόνες.
Δάμος
δήμος δημοσιος, κοινότητα
δημοκρατία
δημιουργία
δημιουργός (δήμος+έργον) αυτός που εργάζεται για το λαό